Την στιγμή εκείνη που ετοιμαζόταν να διαδεχτεί το σούρουπο, ώρα ανέκαθεν διαποτισμένη από κάποια θλίψη, ο Καού-τζερ, όρθιος πάνω στην άκρη του βράχου και ακίνητος σαν άγαλμα, έμοιαζε να μην έχει νιώσει τίποτα απ’ αυτή την αίσθηση. Τα μάτια του δεν έπαυαν να διατρέχουν αυτή την απεραντοσύνη ξηράς και θάλασσας. Τα βλέφαρά του μόλις που ανοιγόκλειναν και, συνηθισμένος ίσως στο θέαμα αυτών των γαλήνιων ερημιών, μάλλον κοίταζε μέσα παρά έξω του. Έμοιαζε, πράγματι, να βρίσκεται στο βασίλειό του, το οποίο καμιά δύναμη δεν θα ’χε το δικαίωμα να του αποσπάσει...
Παρέμεινε έτσι κάμποσα λεπτά, με την ξέπνοη αύρα να τον χαϊδεύει και χωρίς να κουνιέται ο παραμικρός μυς από το πρόσωπό του, χωρίς η παραμικρή χειρονομία να σπάει την σκεπτική ακινησία του.
Και τότε, φέρνοντάς τα στο στήθος του, ξεσταύρωσε τα χέρια του, έστρεψε τα μάτια του, στην αρχή, προς το έδαφος, στη συνέχεια, προς τον ουρανό κι από τα χείλη του ξέφυγαν οι παρακάτω λέξεις, στις οποίες συνοψιζόταν αναμφίβολα η μυστηριώδης ζωή του:
«Όχι... ούτε Θεός ούτε αφέντης!».
Το Στη Μαγγελανία, που κυκλοφορεί για πρώτη φορά στα ελληνικά, είναι ένα ιδιαίτερο βιβλίο που έγραψε ο Ιούλιος Βερν στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Αναμφίβολα το πιο πολιτικό βιβλίο του Βερν, όπου ο συγγραφέας δείχνει να θέλει να αναμετρηθεί με τα πολιτικά του φαντάσματα. Σε αυτό, η περιπέτεια και η δράση περνούν στο φόντο της συγγραφής, και κυριαρχούν η ιστορία και η πολιτική. Ο Βερν μάς παρουσιάζει έναν ήρωα πρώην επαναστάτη (αναρχικό), ο οποίος καλείται να δώσει μάχη με μια πραγματικότητα που τον προκαλεί συνεχώς να προδώσει τις αρχές του − αντιμέτωπος με την επιβίωση, με ανθρώπους από ένα παρελθόν που είχε αφήσει πίσω του να τον περιτριγυρίζουν ξανά, με κράτη να απειλούν την ανεξαρτησία και ελευθερία του τόπου που επέλεξε να περάσει μέχρι το τέλος της ζωής του.