Μια Noir Μυθιστορία των 50's, Με ένα Μέχρι Τέλους Μπέρδεμα Ισπανών Αναρχικών, Φρανκιστών και Γάλλων Μπάτσων
Ο επισκέπτης του ήταν λεπτός και αδύνατος, τα σαράντα χρόνια του τον είχαν γκριζάρει στους κροτάφους ενώ στο βλέμμα του υπήρχε μια σκληράδα. Στάθηκε ακίνητος για μια στιγμή στην είσοδο, κοιτώντας τον ταξιδιώτη. Ένα δυσάρεστο ρίγος διέτρεξε τη σπονδυλική στήλη του.
"Ο Hernandez;" ρώτησε ο νεοφερμένος.
"Ακριβώς" απάντησε στα ισπανικά.
"Το όνομά μου είναι Chiquito, ή τουλάχιστον έτσι με φωνάζουνε".
Έκλεισε την πόρτα πίσω του και μπήκε στο δωμάτιο. Η ματιά του γλίστρησε στο πιστόλι που ήταν πάνω στη βαλίτσα. Το πήρε και το εξέταζε ενώ ο Hernandez τον παρακολουθούσε ήρεμα με την άκρη του ματιού του.
"Star", είπε με μια δόση νοσταλγίας.
"Ναι. Των εννέα χιλιοστών. Από τον εμφύλιο".
Ο Chiquito ακούμπησε ξανά το πιστόλι στη βαλίτσα, έκατσε στην άκρη του κρεβατιού και αναστέναξε. "Είχα κι εγώ ένα τέτοιο όταν ήμουν με τη φάλαγγα Durruti".
"Λαχταράς εκείνες τις ημέρες;"
Ο Chiquito κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. "Υποθέτω πως όλοι το ίδιο νιώθουμε. Ήταν δύσκολες εποχές αλλά υπήρχε ελπίδα. Και βέβαια, ήμασταν στην Ισπανία. Κι ήμουν και είκοσι χρόνια νεώτερος. Ακόμα εσύ δεν το συνειδητοποιείς, αλλά θα νιώσεις τα σημάδια που αφήνουν είκοσι χρόνια". (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)